Κυριακή 15 Φεβρουαρίου 2015

"Το Φρούριο της καρδιάς μου"



Δέος!!!

Η μόνη λέξη με την οποία μπορώ να περιγράψω το συναίσθημα που με κυρίευε, καθώς το παιδικό μου χεράκι άγγιζε τη γκρίζα-καφετιά πέτρα και το βλέμμα μου υψωνόταν στο άκρο του επιβλητικού όγκου, εκεί που συνόρευε με το γαλάζιο τ'ουρανού...

(Τότε, θυμάμαι, κάπου στη μέση του Δημοτικού, είχα αναζητήσει στην Πάπυρος Λαρούς τις πρώτες πληροφορίες για το Φρούριο και επηρεασμένη από διάφορα παραμύθια με ιππότες και δεσποσύνες, έπλαθα τις δικές μου ιστορίες κάθε φορά που βρισκόμουν εκεί.)

Το μυαλουδάκι μου σκόρπιζε θολούρα στο γίγνεσθαι εκείνης της στιγμής, προσπαθώντας να νοιώσει τους προαιώνιους παλμούς του κτίσματος, μέσα από αυτή την αίσθηση στη μικρή παλάμη...

Έκλεινα τα μάτια και αμέσως ξεχύνονταν εικόνες φανταστικές!
Εικόνες Ενετών να μάχονται με Τούρκους πολεμιστές, ανάμεσα σε στραφταλίσματα του ήλιου που κυλιόταν αδυσώπητα πάνω στις πανοπλίες! Με κατέκλυζαν ήχοι σπαθιών από σκληρές αναμετρήσεις, χλιμιντρίσματα αλόγων και κροτάλισμα από τις οπλές τους!

Κι έπειτα, ο νους ταξίδευε ακόμα πιο πίσω... Τότε που το Φρούριο του Καράμπαμπα, στην Ενετική Χαλκίδα, χτιζόταν πέτρα-πέτρα... Άκουγα τα αγκομαχητά των υπόδουλων που κουβαλούσαν τα υλικά, τους ρυθμικούς χτύπους των μαστόρων καθώς δούλευαν εντατικά και τις φωνές όσων επέβλεπαν τις εργασίες!

Μεγαλώνοντας λίγο ακόμα, άρχισα να πηγαίνω στο Φρούριο με την υπόλοιπη πιτσιρικαρία, σκαστοί όλοι, επειδή οι γονείς μας δε μας άφηναν να πάμε μόνοι μας τόσο μακριά... Ήταν ο κρυφός μας παιδότοπος, εκείνης της εποχής!



Με το που φτάναμε, ξεκινούσαμε το παιχνίδι ισορροπώντας ανάμεσα στους "τάφους", όπως τους λέγαμε.

Είναι αυτές οι στενόμακρες, σκαλισμένες στο βράχο λακούβες, που βρίσκονται ακριβώς απ'έξω και δεξιά από την πύλη. Τα πιο τολμηρά αγόρια πηδούσαν μέσα και ξάπλωναν, παριστάνοντας τους πεθαμένους...

Αμέσως μετά, περνούσαμε την πύλη (τότε δεν υπήρχε πόρτα) και μπαίναμε στο εσωτερικό του Φρουρίου.



Τα κορίτσια ανεβαίναμε τα σκαλιά αριστερά της πύλης να χαζέψουμε τη θέα και τα αγόρια σκαρφάλωναν ψηλά, στο πεζούλι του καμπαναριού δεξιά! Πάλι καλά που δεν είχε πέσει κανείς, να τρέχουμε και να μη φτάνουμε!!



Επόμενος σταθμός, η "σπηλιά του τρελλο-Βαγγέλη"! Πρώτα πήγαιναν τα αγόρια να ελέγξουν μήπως ήταν μέσα ο μεγαλόσωμος γέροντας, από φόβο μην τυχόν και μας αγριέψει ή μας πάρει στο κυνήγι! Αν το πεδίο ήταν ελεύθερο, πηγαίναμε όλοι μαζί στο άνοιγμα της στοάς, όλο περιέργεια να κοιτάξουμε το εσωτερικό, μέχρι εκεί που μας επέτρεπαν οι ακτίνες του ήλιου να δούμε.
Στα λίγα μέτρα, λοιπόν, που φωτίζονταν, βλέπαμε τα "υπάρχοντα" του τρελλο-Βαγγέλη: Σακούλες με άγνωστο περιεχόμενο, κρεμασμένες σε προεξοχές, κάτι παλιά ρούχα, ένα βρώμικο στρώμα με κανα-δυο λιωμένες κουβέρτες πάνω του, κάτι κουτιά χάρτινα και πολλά-πολλά σκουπίδια... Πιο μέσα, το απόλυτο σκοτάδι! Ούτε οι πιο θαρραλέοι της παρέας δεν κατέβαιναν κάτω να εξερευνήσουν το χώρο! Κάποιοι έλεγαν τη δική τους εκδοχή του μυστηρίου της στοάς και του ενοίκου της, ενώ οι υπόλοιποι άκουγαν εκστασιασμένοι...
Σύντομα βαριόμασταν το σημείο αυτό και όλοι μαζί, σαν τα ψαρόνια, κατευθυνόμασταν προς τα κανόνια!!



Ο χώρος γεμάτος ξερόχορτα αλλά η θέα γύρω-γύρω μας συνέπαιρνε κι ας είμασταν μικρά παιδιά. Οι μισοί γίνονταν αξιωματικοί και όριζαν για στόχους, κτίρια απέναντι στην πόλη, ή βάρκες και καραβάκια στη θάλασσα αριστερά... Οι υπόλοιποι εναλλάσσονταν στα δύο κανόνια και ως άλλοι δεινοί πυροβολητές, γονάτιζαν πίσω από τα κανόνια και με φωνές και μιμητικές κραυγές, έριχναν ανηλεώς στους στόχους!! Εννοείται ότι τους πετύχαιναν πάντοτε!!!


Επειδή όμως τα κορίτσια -ως συνήθως- βαριόμασταν τα πολεμικά παιχνίδια, τους ξεσηκώναμε για έναν αγώνα ταχύτητας μέχρι το εκκλησάκι του Άη-Λιά!!
Το πετρώδες έδαφος έκανε δυσκολότερο τον αγώνα, αλλά η απόσταση ήταν μικρή και με σπρωξίδια, φωνές και χάχανα όλοι τερματίζαμε!
Σα να βλέπω μπροστά μου, τώρα δα, τον παππού και τη γιαγιά με το καφέ μαντήλι, που έμεναν στο σπιτάκι δεξιά και φρόντιζαν την εκκλησούλα, να μας κοιτάνε με περιέργεια που διαταράσσαμε την ησυχία του χώρου...

Τις περισσότερες φορές σταματούσαμε τις τσιρίδες και προχωρούσαμε ήσυχα προς τα πάνω. Είκοσι-τριάντα μέτρα πιο κει, ανεβαίναμε στο επικλινές ύψωμα που σε οδηγούσε στο αριστερό τείχος απ'όπου φαινόταν το λιμάνι της Χαλκίδας και η Αγία Μαρίνα, όχι για να θαυμάσουμε τη θέα, αλλά για να μπούμε στη σειρά και να κατεβούμε τρέχοντας, ένας-ένας, το κατηφορικό και γλιστερό αυτό πλάτωμα!!
Ήταν από τα extreme sports της εποχής...


Σειρά είχαν, μετά, οι απέναντι πολεμίστρες!
Ανεβαίναμε όλοι στο στενό πεζούλι τους και περπατούσαμε ο ένας πίσω από τον άλλον, συχνά σταματώντας, άλλοτε για να κοιτάξουμε μέσα από τις τρύπες κι άλλοτε για να κάνουμε ότι πυροβολούμε τον εχθρό εκεί έξω...

Στο τέλος της διαδρομής, κατεβαίναμε τα σκαλοπάτια που μας άφηναν σχεδόν μπροστά στην είσοδο του καλύτερου σημείου όλου του φρουρίου για παιχνίδι: Τον πύργο με τη δεξαμενή στο κέντρο και τον κυκλικό διάδρομο γύρω της, που έχει μετατραπεί σήμερα σε μουσείο.


Εκεί, άλλες φορές κυνηγιόμασταν γύρω-γύρω, άλλοτε μοιραζόμασταν στα παράθυρα και τα βαφτίζαμε παλάτια μας, για να παίξουμε Τούρκους κι Έλληνες. Κάθε "παράθυρο-παλάτι" είχε το βασιλιά, τη βασίλισσα και από έναν πρίγκηπα και μία πριγκίπισσα, τουλάχιστον.
Κι ένα περίεργο πράγμα, βρε παιδιά, όλοι θέλαμε να είμαστε Έλληνες! Γιαυτό και το ρίχναμε στην τύχη, διαλέγοντας κομμένα κλαράκια από ένα ματσάκι.

Τα "παλάτια" έκαναν πολέμους μεταξύ τους, κυρίευαν το ένα το άλλο και σχεδόν πάντα, ξεσπούσαν τσακωμοί για το ποιος νίκησε ποιον!

Περιττό να σας πω ότι οι περισσότερες πριγκίπισσες σ'αυτό το σημείο πλήτταμε σε αφόρητο βαθμό και αρχίζαμε τη γκρίνια για να φύγουμε.

Οι περισσότεροι ανέβαιναν τότε, εκείνα τα τεράστια σκαλοπάτια αριστερά της εισόδου, όπως μπαίνεις, για να πάνε στον τελευταίο σταθμό του ταξιδιού.
Στο κέντρο του πύργου επάνω, για να ρίξουν πετρούλες μέσα στο στενό άνοιγμα της δεξαμενής και ν'ακούσουν τα "μπλουμ"...
Και οι άλλοι από κάτω φώναζαν: "Άντε!!! Κατεβείτε να φύγουμε"!!!

Η επιστροφή είχε κάτι από τη μελαγχολία του ωραίου όταν τελειώνει, λίγη κούραση από το τρεχαλητό, πολλά γουργουρητά πείνας και μια γερή δόση αγωνίας μην τυχόν κάποιοι γονείς είχαν ανακαλύψει ότι τα παιδιά τους δεν ήταν στην πάνω (ή στην κάτω) γειτονιά!



Mίνα Βαμβάκου
24/4/14



2 σχόλια:

  1. Ναι το φρούριο της καρδιάς μας ..Εκεί που πάντα θα ανεβαίνουμε για να αγναντεύουμε τη Χαλκίδα από ψηλά και να ξεχνάμε τους καημούς μας..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. antchatz αυτό ακριβώς ισχύει για πολλούς ανθρώπους... :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή